Του Γιάννη Μισιρλή*
Τα κίνητρα που παρέχει το κράτος για την αγορά πρώτης κατοικίας είναι σημαντικά για το μέλλον της κτηματαγοράς
Το πρόβλημα των υψηλών ενοικίων γενικότερα στην Κύπρο και ειδικότερα στη Λεμεσό, έχει κάνει έντονα την εμφάνισή του τα τελευταία χρόνια. Τη στιγμή που νεαρά ζευγάρια και επαγγελματίες μπαίνουν στη διαδικασία να μελετήσουν το ενδεχόμενο αγοράς μιας νέας κατοικίας ή επαγγελματικού χώρου, αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην εξεύρεση των χρημάτων που απαιτούνται ως προκαταβολή. Δεν είναι, εξάλλου, τυχαίο το γεγονός ότι οι περισσότεροι νεαροί αγοραστές στηρίζονται σε οικογενειακούς πόρους για την καταβολή της προκαταβολής.
Όπως σε άλλες χώρες, έτσι και στην Κύπρο θα πρέπει να δημιουργηθεί ένα μοντέλο/σχέδιο, που να παρέχει στους εν δυνάμει αγοραστές τη δυνατότητα να εξασφαλίζουν μεγάλο μέρος της προκαταβολής. Με αυτόν τον τρόπο, αφενός πολλοί ενοικιαστές θα μετατραπούν σε αγοραστές, ενώ θα ενισχυθεί κατά πολύ η προσπάθεια λύσης του προβλήματος των υψηλών ενοικίων. Ασφαλώς, η προσφορά νέων κατοικιών αποτελεί μέρος της όλης εξίσωσης.
Στόχος θα πρέπει να αποτελέσει η μετατροπή της λεγόμενης Generation Rent σε Generation Buy, ώστε ολοένα και περισσότεροι νέοι άνθρωποι να ενδιαφερθούν για αγορά πρώτης κατοικίας ή επαγγελματικού χώρου. Η σειρά των μέτρων στήριξης αγοραστών πρώτης κατοικίας που ανακοίνωσε η Κυβέρνηση το 2020, τα οποία πήραν παράταση για ακόμα έξι μήνες, αποτελούν ένα θετικό πρώτο βήμα, όμως σίγουρα τα μέτρα αυτά θα πρέπει να έχουν ένα πιο ολοκληρωμένο και μόνιμο χαρακτήρα.
Τον περασμένο Οκτώβριο, ο Βρετανός Πρωθυπουργός, Boris Johnson, δεσμεύτηκε ότι θα αυξήσει τον αριθμό των ιδιοκτητών ακινήτων στη χώρα κατά δύο εκατομμύρια, μετατρέποντάς τους από ενοικιαστές σε ιδιοκτήτες. Για να επιτύχει τον στόχο αυτό, δήλωσε πως θα περικόψει το ποσοστό προκαταβολής των αγοραστών πρώτης κατοικίας μόλις στο 5%. Η εξαγγελία αυτή του Boris Johnson θυμίζει το πρόγραμμα “Help to Buy”, το οποίο καταργήθηκε το Δεκέμβριο του 2016. Η πρωτοβουλία αυτή -ένα από τα πολλά προγράμματα τέτοιου τύπου- επέτρεπε στους δανειστές να αγοράσουν κυβερνητική εγγύηση για ορισμένα στεγαστικά δάνεια για αγοραστές με προκαταβολές έως και 5%, ενθαρρύνοντάς τους να δανείσουν.
Η διαφοροποίηση του νέου προγράμματος στη Βρετανία είναι ότι θα εστιάζει, πέρα από τη χαμηλή προκαταβολή που θα απαιτείται από τους αγοραστές πρώτης κατοικίας και στη μείωση του ποσού των μηνιαίων δόσεων, αυξάνοντας με αυτόν τον τρόπο τον αριθμό των δόσεων και κατανέμοντάς τες σε μεγαλύτερο χρονικό ορίζοντα.
Αν ένα παρόμοιας φύσεως σχέδιο εφαρμοζόταν και στην Κύπρο, θα έδινε μεγάλη ώθηση σε νεαρά ζευγάρια και νέους επιχειρηματίες να αποκτήσουν την πρώτη τους κατοικία και επαγγελματική στέγη αντίστοιχα. Επιπλέον, ο σχεδιασμός και η κατασκευή νέων ακινήτων, τα οποία θα είναι οικονομικά προσιτά και κτισμένα στις κατάλληλες περιοχές, πέραν του ότι αποτελεί τη λύση στο πρόβλημα των υψηλών ενοικίων, θα συμβάλει σημαντικά στο να μετατραπούν οι ενοικιαστές σε ιδιοκτήτες πρώτης κατοικίας. Κι αυτό επειδή, αυξάνοντας την προσφορά νεόδμητων κατοικιών, θα καλυφθεί η μεγάλη ζήτηση, ενώ ταυτόχρονα οι τιμές των ακινήτων θα γίνουν πιο προσιτές. Είναι αναγκαίο, ωστόσο, οι εν λόγω αναπτύξεις να δημιουργηθούν βάσει σχεδιασμού, ώστε να αποφευχθεί το φαινόμενο της υπερπροσφοράς.
Ανακεφαλαιώνοντας, τα κίνητρα που κράτος και τράπεζες παρέχουν στους πολίτες για την αγορά πρώτης κατοικίας, θα πρέπει να αποκτήσουν έναν πιο ολοκληρωμένο και μόνιμο χαρακτήρα, ώστε οι ενδιαφερόμενοι να έχουν τη δυνατότητα, αξιοποιώντας τα, να σχεδιάσουν το μέλλον τους. Με κίνητρα τέτοιας φύσεως είναι που θα στηριχθούν οι ομάδες αυτές και θα μπορούμε να μιλάμε και στην Κύπρο για μετατροπή της γενιάς ενοικιαστών σε γενιά αγοραστών.
*Ο Γιάννης Μισιρλής είναι Διευθυντής της Imperio, Αναπληρωτής Πρόεδρος του Παγκύπριου Συνδέσμου Επαγγελματιών Ανάπτυξης Γης, μέλος του ΔΣ του ΚΕΒΕ και πρόεδρος της Επιτροπής Ακινήτων