Τους τελευταίους μήνες, κ. Μισιρλή, καταγράφεται μια σταδιακή αύξηση στις τιμές των διαμερισμάτων, βάσει και των επίσημων στατιστικών στοιχείων. Για ποιους λόγους αυξάνονται οι τιμές των διαμερισμάτων έναντι των μονοκατοικιών;
Η άνοδος των τιμών των διαμερισμάτων συνιστά μείζον πρόβλημα, ειδικά για τα νεαρά ζευγάρια που αδυνατούν να αποκτήσουν δική τους στέγη, λαμβάνοντας υπόψη και το ευρύτερο οικονομικό περιβάλλον που επικρατεί. Προκειμένου να εξευρεθούν λύσεις, θα πρέπει να εξετάσουμε το πρόβλημα σε βάθος, εστιάζοντας στους πραγματικούς λόγους για τους οποίους οι τιμές των συγκεκριμένων ακινήτων αυξάνονται με γοργούς ρυθμούς. Η πρόσφατη έκθεση της Κεντρικής Τράπεζας (ΚΤ) για τον δείκτη τιμών κατοικιών, καθώς επίσης και δημοσιεύματα στον Τύπο αναλύουν μερικώς το πρόβλημα, αναγνωρίζοντας μόνο κάποιους από τους παράγοντες που συμβάλλουν στην άμβλυνσή του, όπως ότι θα πρέπει να προσέξουμε τον ρυθμό αύξησης των τιμών των κατασκευαστικών υλικών. Ωστόσο, δεν αναγνωρίζεται ο σημαντικότερος, ίσως, παράγοντας που συντείνει στην αύξηση τιμών, δηλαδή η μειωμένη προσφορά κατάλληλων ακινήτων. Είναι γεγονός ότι, εδώ και χρόνια, η προσφορά διαμερισμάτων είναι μικρότερη από τη ζήτηση, μια κατάσταση που δεν αναμένεται να βελτιωθεί στο άμεσο μέλλον, αν λάβουμε υπόψη τις σημερινές συνθήκες που επικρατούν στην αγορά. Αντίθετα, με μαθηματική ακρίβεια, η προσφορά θα μειωθεί ακόμη περισσότερο μέσα στα επόμενα τρία με τέσσερα χρόνια, καθώς η υλοποίηση πολλών νέων έργων πήρε παράταση γι’ αργότερα.
Πώς μπορεί να επιλυθεί το πρόβλημα της μικρής προσφοράς;
Σε βάθος χρόνου, η αγορά τείνει να διορθώνεται από μόνη της. Αυτό, βέβαια, προϋποθέτει την ύπαρξη ευνοϊκών συνθηκών, ώστε να μην παρέλθει μεγάλο χρονικό διάστημα μέχρι να γίνει αυτή η διόρθωση. Και εδώ είναι που απαιτείται περιορισμένος κρατικός παρεμβατισμός, προκειμένου να διορθωθούν οι όποιες στρεβλώσεις. Ας πάρουμε για παράδειγμα τη Λεμεσό. Μελετώντας προσεκτικά την αγορά της Λεμεσού, καταλήγει κανείς στο συμπέρασμα ότι τα ενοίκια έχουν αυξηθεί πολύ τα τελευταία χρόνια. Και αφού η ΚΤ συγκρίνει τους ρυθμούς αύξησης των τιμών με τον μέσο ρυθμό αύξησης της κυπριακής οικονομίας, τότε επιτρέψτε μου να πω ότι τα ενοίκια έχουν αυξηθεί πολύ περισσότερο από τον μέσο ρυθμό αύξησης της κυπριακής οικονομίας την τελευταία πενταετία. Η αγορά θα διορθώσει αυτή τη στρέβλωση μακροπρόθεσμα. Όμως, αν λάβουμε υπόψη το μικρό μέγεθος της τοπικής αγοράς, ίσως χρειαστούν άλλα τέσσερα με πέντε χρόνια για να φτάσουμε στα επιθυμητά επίπεδα τιμών. Μέχρι τότε, οι ενοικιαστές θα συνεχίσουν να θυματοποιούνται, καταβάλλοντας υψηλά ενοίκια. Γι’ αυτό και απαιτείται η παρέμβαση του κράτους, μέχρι τα ενοίκια να ρυθμιστούν από την αγορά.
Ποιες πρωτοβουλίες θα πρέπει να αναληφθούν από το κράτος προς αυτή την κατεύθυνση;
Είναι μείζονος σημασίας ο ιδιωτικός και ο δημόσιος τομέας να συνεργαστούν για να δημιουργήσουν τις κατάλληλες συνθήκες, ούτως ώστε να εξυγιανθεί η αγορά ακινήτων και να υπάρχουν αρκετά διαθέσιμα ακίνητα σε προσιτές τιμές, αλλά και κατάλληλες συνθήκες χρηματοδότησης, ούτως ώστε η ιδιοκατοίκηση να μην είναι προνόμιο των λίγων.Θα πρέπει να δοθούν τέτοια κίνητρα από το κράτος, τα οποία θα ενθαρρύνουν και θα επιτρέψουν στον ιδιωτικό τομέα να παράξει περισσότερα ακίνητα για τα οποία υπάρχει έντονη ζήτηση, όπως τα διαμερίσματα. Με την αύξηση της προσφοράς θα επιλυθεί και το πρόβλημα των υψηλών ενοικίων.
Παράλληλα, σε ό,τι αφορά την αγορά ενοικίων, θα πρέπει να δημιουργηθούν τέτοιες συνθήκες που να ευνοούν την ύπαρξη θεσμικών επενδυτών ακινήτων, κάτι το οποίο απουσιάζει από την κυπριακή αγορά ενοικίων, σε σύγκριση με ανάλογες αγορές του εξωτερικού. Δημιουργώντας τις κατάλληλες συνθήκες ώστε θεσμικοί επενδυτές να επενδύσουν σε μεγάλο αριθμό διαμερισμάτων με την υποχρέωση να τα διαθέσουν ακολούθως στην αγορά ενοικίων, θα επιλυθεί το πρόβλημα των ψηλών ενοικίων. Αναμφίβολα, η μεγαλύτερη προσφορά θα συγκρατήσει την ανοδική πορεία των τιμών, ενώ μπορεί και να τις ρίξει.
Να στηριχθούν οι νέοι αγοραστές
Ο κ. Μισιρλής τόνισε, επίσης, ότι η Κύπρος κατατάσσεται αρκετά χαμηλά στον πίνακα των ευρωπαϊκών χωρών με τα ποσοστά ιδιοκατοίκησης. Θα πρέπει, σημείωσε, με σωστές κινήσεις, όπως η δημιουργία της απαιτούμενης προσφοράς, που θα φέρει προσιτές τιμές σε κατοικίες και διαμερίσματα, να στηριχθούν οι νέοι αγοραστές, ώστε να μην παραμείνει γι’ αυτούς όνειρο η απόκτηση σπιτιού. «Για αυτούς τους λόγους», συμπλήρωσε ο κ. Μισιρλής, «ως Σύνδεσμος Επιχειρηματιών Ανάπτυξης Γης έχουμε ήδη εκφράσει τη δυσαρέσκειά μας ως προς το προτεινόμενο νομοσχέδιο για αύξηση του Φ.Π.Α. σε κατοικίες μεταξύ 140 – 200 m². Δυστυχώς, με αυτή την πρόταση νόμου, νεαρές οικογένειες που αγοράζουν μια κατοικία έκτασης 210 m², καλούνται να πληρώσουν 14% περισσότερο. Το Real Estate είναι ένας από τους υψηλότερα φορολογημένους τομείς της οικονομίας και σίγουρα, η χρονική συγκυρία στην οποία βρισκόμαστε, όπου κυριαρχούν κυρίως η αύξηση στις τιμές των κατασκευαστικών υλικών και η περιορισμένη προσφορά, δεν είναι η κατάλληλη για την εισαγωγή οποιασδήποτε νέας φορολογίας».